Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

dépannage στα ελληνικά
dépannage
λέγεται
ντεπανάζ
.
dépannage
σημαίνει στα ελληνικά
οδική βοήθεια
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- dépannage / réparation des dérangements : άρση βλάβης
- dépannage : διορθωτική συντήρηση
- dépannage : ανίχνευση βλάβης / ανίχνευση λάθους
- débogage / dépannage : αντιμετώπιση των σφαλμάτων
- dépanneuse / voiture dépanneuse : αυτοκίνητο αποκομιδής οχημάτων για επισκευή
- système ARS / système de ticket de dépannage : σύστημα αιτημάτων δράσης
- ligne directe / ligne d'urgence : θερμή γραμμή
- MTTR / temps moyen de dépannage : μέσος χρόνος επισκευής / μέσος χρόνος εργασιών επισκευής
- véhicule de dépannage : όχημα περισυλλογής
Subscribe
0 Comments


