Εφαρμογή του

dépression στα ελληνικά
dépression
λέγεται
ντεπρεσιόν
.
dépression
σημαίνει στα ελληνικά
κατάθλιψη / ύφεση / κακοκαιρία
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- dépression / dépression économique : ύφεση / οικονομική κάμψη
- dépression : κλίση / ύφεση
- dépression : βύθιση / συμπιεσμένη περιοχή
- dépression : υποπίεση / μείωση πίεσης
- dépression : βαρομετρική ύφεση / βαρομετρικό χαμηλό
- dépression : θλίψη / κατάθλιψη
- pompe à vide / pompe à dépression : αντλία κενού
- extrados (Preferred) / face en dépression : μέτωπο απορρόφησης
- baisse du pH / réduction du pH : μείωση του pH / ελάττωση του pH
- boîte à vide / boîte à dépression : κιβώτιο κενού
Subscribe
0 Comments