Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

déraisonnable στα ελληνικά
déraisonnable
λέγεται
ντερεζονάμπλ
.
déraisonnable
σημαίνει στα ελληνικά
παράλογος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- déraisonnable : παράλογο
Subscribe
0 Comments


