Εφαρμογή του

destructeur στα ελληνικά
destructeur
λέγεται
ντεστρυκτέρ
.
destructeur
σημαίνει στα ελληνικά
χαλαστής / καταστρεφτικός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- destructeur : βλαβερή πρόσμιξη / κέντρο επανασύνδεσης
- spoiler / déporteur : φθορέας άνωσης / φθορέας άντωσης
- hylesine du pin / jardinier des bois : βλαστοφάγος της πεύκης
- dermeste des peaux / destructeur du cuir : δερμιστής του δέρματος
- destructeur d'ozone / substance menaçant l'ozone : καταστροφέας του όζοντος / ουσία που καταστρέφει τη στιβάδα του όζοντος
- destructeur d'ozone : ουσίες που εξασθενίζουν το όζον
- destructeur de poussée : φθορέας ώσης
- puissance destructrice / capacité de destruction : ικανότητα καταστροφής / καταστροφική ικανότητα
- technologie destructrice : τεχνολογία καταστροφής
Subscribe
0 Comments