Εφαρμογή του

dirigeant στα ελληνικά
dirigeant
λέγεται
ντιριζάν
.
dirigeant
σημαίνει στα ελληνικά
διευθύνων / ιθύνων
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- cadre / dirigeant : διοικητικό στέλεχος
- dirigeants / cadres supérieurs : ανώτερο διοικητικό στέλεχος
- dirigeants : διευθύνοντες
- anti-HBc / Ac anti-HBc : anti-HBc / αντίσωμα έναντι του πυρηνικού αντιγόνου του ιού της ηπατίτιδας Β
- dirigeants : διευθυντές / διευθύνοντα στελέχη
- non dirigé : μη κατευθυνόμενος
- haut-bas / pensée but-dirigée : δομή ελέγχου οδηγούμενη από το στόχο / συλλογισμός οδηγούμενος από το στόχο
- EUNAVFOR / force navale placée sous la direction de l'Union européenne : EUNAVFOR / ναυτική δύναμη υπό την υγεσία της ΕΕ
- mal dirigé : εσφαλμένως διαβιβασθέν
- pêche ciblée / pêche dirigée : αλιεία με στόχο / κατευθυνόμενη αλιεία
Subscribe
0 Comments