Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

doper στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
doper
λέγεται
ντοπέ
.
doper
σημαίνει στα ελληνικά
ντοπάρω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • doper : εισάγω πρόσμειξη
  • ad / camé : ναρκομανής
  • dope / additif préparé de lubrification : παρασκευασμένο πρόσθημα λιπάνσεως / παρασκευασμένο πρόσθημα για βαριά ορυκτά έλαια
  • dopant : πρόσμιξη εμποτισμού
  • dopage / concentration d'impuretés : συγκέντρωση προσμίξεων
  • dopant : νοθευτής / πρόσμιξη
  • héroïne / diamorphine : ηρωίνη / διακετυλομορφίνη
  • ion dopant : ιόν νόθευσης
  • couche ITO / couche d'Oxyde d'indium dopé à l'étain : στρώμα ΙECΟ
  • huile dopée : λάδι με πρόσθετα

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments