Εφαρμογή του

échafaudage στα ελληνικά
échafaudage
λέγεται
εσαφοντάζ
.
échafaudage
σημαίνει στα ελληνικά
σκαλωσιά
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- échafaudage : ικρίωμα
- cintre / échafaudage : ικρίωμα
- plate-forme / échafaudage : πλατφόρμα / εξέδρα εργασίας
- échafaudeur / monteur d'échafauds(L) : εγκαταστάτης μεταλλικών σκαλωσιών
- échafaudeur / monteur d'échafauds : εγκαταστάτης ξυλίνων σκαλωσιών
- échafaudage : ικριώματα
- coffrage roulant / échafaudage roulant : κυλιόμενη σκαλωσιά
- échafaud suspendu / échafaudage volant : κρεμαστή σκαλωσιά / αιωρούμενο ικρίωμα
- échafaudage volant : αναρτημένο ικρίωμα
Subscribe
0 Comments