Εφαρμογή του

échoppe στα ελληνικά
échoppe
λέγεται
εσόπ
.
échoppe
σημαίνει στα ελληνικά
μαγαζάκι
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- échoppe : γλυφίδα
- échopper : χαράσσω με γλυφίδα / αφαιρώ τα τοιχώματα χυτού μεταλλουργήματος
Subscribe
0 Comments