Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

enrober στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
enrober
λέγεται
ανρομπέ
.
enrober
σημαίνει στα ελληνικά
καλύπτω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • enrobé / macadam enrobé : ασφαλτούχο σκυρωτό
  • fil nu / fil non enrobe : γυμνό σύρμα
  • enrobé / sable enrobé : αμμοάσφαλτος
  • fil enrobe : επενδυμένο σύρμα
  • baguette nue / baguette non enrobée : βέργα χωρίς επένδυση
  • poteau enrobé : επενδυμένος στύλος
  • poutre enrobée : επενδυμένη δοκός
  • poudre enrobée : σκόνη επένδυσης
  • graine enrobée : μεταχείρισις(χειρισμός)σπόρου με χημικά υγρά
  • Comprimé enrobé : Επικαλυμμένο δισκίο

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments