Εφαρμογή του

épi στα ελληνικά
épi
λέγεται
επί
.
épi
σημαίνει στα ελληνικά
στάχυ
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- épi : στάχυ
- épi / embranchement : διακλάδωσις σιδηροδρομικής γραμμής
- EPI / équipement de protection individuelle : ΜΑΠ / μέσα ατομικής προστασίας
- épi : πρόβολος
- épi : δίπλευρα ράφια
- Institut des mandataires agréés près l'Office européen des brevets / EPI : EPI / Ινστιτούτο Επαγγελματικών Αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Γραφείο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας
- épi : σπείρα
- EPI / équipement de sécurité individuel : εξοπλισμός ατομικής προστασίας
- \EPI / apogon noir : μαύρο κρεμμύδι
- panouille / épi de maïs : σπάδικας / στάχυς αραβοσίτου
Subscribe
0 Comments