Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

épilepsie στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
épilepsie
λέγεται
επιλεψί
.
épilepsie
σημαίνει στα ελληνικά
επιληψία
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • épilepsie : επιληψία
  • petit mal / épilepsie absence : αφαιρετική επιληψία  (Preferred) / επιληψία τύπου petit mal
  • EMSN / syndrome de Dravet : βαριά βρεφική μυοκλονική επιληψία
  • crise d'épilepsie / crise épileptique : επιληπτική κρίση
  • épilepsie réflexe : αντανακλαστική επιληψία
  • hystéro-épilepsie : υστεροεπιληψία
  • épilepsie toxique : επιληψία από τοξίκωση
  • crise d'épilepsie : επιληπτική κρίση
  • épilepsie tardive / épilepsie de l'adulte : όψιμη επιληψία / επιληψία του ενηλίκου
  • épilepsie dentaire : οδοντικοί τριγμοί

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments