Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

épuration στα ελληνικά
épuration
λέγεται
επυρασιόν
.
épuration
σημαίνει στα ελληνικά
καθαρισμός / εκκαθάριση
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- lavage / nettoyage : πλύσιμο
- épuration : καθαρισμός
- épuration : καθάρισμα νήματος
- épuration / conditionnement de l'eau : κλιματισμός νερού
- triage / épuration : διαλογή / καθαρισμός
- épuration / désulfuration : αποθείωση / απομάκρυνση θείου
- épuration / élimination des gaz acides : απομάκρυνση των όξινων αερίων
- épuration / épuration de la pâte : καθαρισμός του πολτού / καθαρισμός του πολτοαιωρήματος
- épuration / filtration : καθαρισμός / εξευγενισμός
Subscribe
0 Comments


