Εφαρμογή του

escalader στα ελληνικά
escalader
λέγεται
εσκαλαντέ
.
escalader
σημαίνει στα ελληνικά
αναρριχώμαι / σκαρφαλώνω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- escalade : ορειβασία
- escalade : κλιμάκωση
- escalade / méthode de gradient : ανάβαση λόφου
- escalade des coûts : κλιμάκωση κόστους
Subscribe
0 Comments