Εφαρμογή του

espèce στα ελληνικά
espèce
λέγεται
εσπές
.
espèce
σημαίνει στα ελληνικά
είδος / μετρητά
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- sp. / espèce : είδος
- CITES / Convention sur le commerce international des espèces de faune et de flore sauvages menacées d'extinction : Σύμβαση για το διεθνές εμπόριο ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας που απειλούνται με εξαφάνιση (Preferred) / CITES
- espèce : είδος
- source / espèce source : ρυπογόνος ουσία
- radis / radis de toutes espèces : ραφανίδες / ραπάνια κάθε είδους
- puits / espèce puits : καταβόθρα / καταβόθρα αερίων θερμοκηπίου
Subscribe
0 Comments