Εφαρμογή του

espérer στα ελληνικά
espérer
λέγεται
εσπερέ
.
espérer
σημαίνει στα ελληνικά
ελπίζω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- endurance / durée de vie espérée : αναμενόμενη διάρκεια ζωής
- valeur espérée : οικονομική ανάλυση προορισμού
- bénéfice espéré / bénéfice anticipé : εκτιμώμενο κέρδος / προσδοκώμενο κέρδος
Subscribe
0 Comments