Εφαρμογή του

esquisser στα ελληνικά
esquisser
λέγεται
εσκισέ
.
esquisser
σημαίνει στα ελληνικά
σχεδιάζω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- esquisse / dépouille : κλίση μήτρας / κωνικότητα μήτρας
- croquis / esquisse : κάνω σκαρίφημα
- tracé / cliché : κατάστρωση
- crayonné / esquisse : προσχέδιο / πρόχειρο σχέδιο
- image binaire / esquisse primaire : αρχική σκιαγραφία
- article de revue / exposé de synthèse : άρθρο ανασκόπησης
- transformation de l'esquisse en dessin définitif : εξέλιξη του προσχεδίου σε τελικό σχέδιο
Subscribe
0 Comments