Εφαρμογή του

excepté στα ελληνικά
excepté
λέγεται
εξεπτέ
.
excepté
σημαίνει στα ελληνικά
πλην / εκτός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- exceptions : εξαιρέσεις
- liste d'exceptions : κατάλογος εξαιρέσεων
- fichier d'exceptions : αρχείο εξαιρέσεων
- extension analogique des exceptions : αναλογική επέκταση εξαιρέσεων
- sous réserve des exceptions prévues par le présent Traité : με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπει η συνθήκη αυτή
Subscribe
0 Comments