Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

falsifier στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
falsifier
λέγεται
φαλσιφιέ
.
falsifier
σημαίνει στα ελληνικά
πλαστογραφώ / νοθεύω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • falsifié : νοθευμένος
  • DIFF / documents d'identité faux et falsifiés : ΠΠΕ / πλαστά και παραποιημένα έγγραφα αποδεικτικά ταυτότητας
  • billet falsifié : παραποιημένο εισιτήριο
  • passeport falsifié : παραποιημένο διαβατήριο
  • anévrisme falsifié : ανεύρυσμα νόθο
  • médicament falsifié : πλαστό φάρμακο / ψευδεπίγραφο φάρμακο
  • Bulletin des fraudes : δελτίο πλαστών και παραποιημένων εγγράφων
  • commerce de faux diplômes / commerce de diplômes falsifiés : εμπόριο πλαστών πτυχίων

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments