Εφαρμογή του

fautif στα ελληνικά
fautif
λέγεται
φοτίφ
.
fautif
σημαίνει στα ελληνικά
φταίχτης
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- tort / délit : παράνομη (άδικη) πράξη
- comportement fautif : πλημμελής συμπεριφορά
- comportement fautif : πταισματική συμπεριφορά
- administration fautive : αρμόδια υπηρεσία / υπεύθυνη υπηρεσία
Subscribe
0 Comments