Εφαρμογή του

file στα ελληνικά
file
λέγεται
φιλ
.
file
σημαίνει στα ελληνικά
σειρά / λωρίδα / ουρά
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- filé : νήμα κλωσμένο
- filé : νηματοποιημένος
- fil / filé : συνεχές υαλόνημα
- filé / déplacement de l'image : μεταφορά εικόνας
- filé : κλωσμένο νήμα
- filer / choquer : χαλαρώνω προοδευτικά
- filer : μαϊνάρω
- filer / mouiller : πετώ / ρίχνω
- filer / mollir : λασκάρω / χαλαρώνω
- File Transfer Protocol / protocole de transfert de fichiers : FTP / ΠΜΑ
Subscribe
0 Comments