Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

focaliser στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
focaliser
λέγεται
φοκαλιζέ
.
focaliser
σημαίνει στα ελληνικά
εστιάζω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • arc focalisé : εστιασμένο τόξο / συγκεντρωμένο τόξο
  • fibre Selfoc / fibre auto-focalisante : ίνα Σέλφοκ / ίνα αυτοεστιάσεως
  • radar focalisé / système de radiodétection focalisé : εστιασμένο ραντάρ
  • capteur focalisant / collecteur focalisant : συλλέκτης που εστιάζει
  • suspension focalisée : εστιασμένη ανάρτηση
  • guide d'onde focalisant : κυματοδηγός εστίασης
  • dispositif d'alimentation à faisceau focalisé : σηματοτροφοδότης εστιασμένης δέσμης

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments