Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

fouille στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
fouille
λέγεται
φούιγ
.
fouille
σημαίνει στα ελληνικά
ανασκαφή / ψάξιμο
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • fouille : έρευνα
  • fouille : εκσκαφή/ανασκαφή
  • fouille : κανάλι καλωδίου
  • emprunt / lieu d'emprunt : δανειοθάλαμος
  • fouilles : ανασκαφές / σκαπτικές εργασίες
  • fouiller : κάνω εκσκαφή
  • fouille blindée : όρυγμα με αντιστήριξη από ξυλεία
  • fouille à corps / fouille corporelle : σωματική έρευνα / σωματικός έλεγχος
  • plan de fouille : σχέδιο εκσκαφών

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments