Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

fouler στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
fouler
λέγεται
φουλέ
.
fouler
σημαίνει στα ελληνικά
πατώ / στραμπουλίζω / ποδοπατώ
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • fouler : χυλοποιώ / πολτοποιώ
  • foule : πλήθος,όχλος
  • foule : γωνία
  • pas / foule : πέρασμα
  • pas fermé / foule fermée : κλειστό στόμιο στημονιού
  • pas ouvert / foule ouverte : ανοικτό στόμιο στημονιού
  • démophobie / phobie de la foule : οχλοφοβία
  • laine foulée : μαλλί μπατανισμένο
  • dame à fouler : κόπανος σύνθλιψης
  • pompe foulante / pompe refoulante : αντλία πιέσεως

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments