Εφαρμογή του

fraise στα ελληνικά
fraise
λέγεται
φρεζ
.
fraise
σημαίνει στα ελληνικά
φράουλα
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- fraise : φράουλα
- fraise : εκγλύφανο
- fraise / vrille : τρυπάνι / οδοντιατρική φρέζα
- fraise : τρυπάνι
- fraise / rotofraise : φρέζα / περιστροφική φρέζα
- fraise / haveuse rotative : εκφορτωτική μηχανή από το κάτω μέρος του σιρού
- fraiser : καλλιεργώ το έδαφος με φρέζα
- fraiser : τορνάρω / φρεζάρω
- fraiser : αφαιρώ με φρεζάρισμα / καθαρίζω με φρεζάρισμα
- fraises : φράουλες
Subscribe
0 Comments