Εφαρμογή του

frauder στα ελληνικά
frauder
λέγεται
φροντέ
.
frauder
σημαίνει στα ελληνικά
εξαπατώ / παρανομώ
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- frauder : εξαπατώ
- fraude : απάτη
- abus / fraude : φoρoδιαφυγή
- OLAF / Office européen de lutte antifraude : OLAF / Ευρωπαϊκή Υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης
- UCLAF / Unité de coordination de la lutte antifraude : UCLAF / Μονάδα συντονισμού για την καταπολέμηση της απάτης
- carrousel / fraude carrousel à la TVA : κυκλική φορολογική απάτη επιστροφής του ΦΠΑ
- UCLAF / Uclaf : ΟΣΚΠΑ / ομάδα συντονισμού για την καταπολέμηση των περιπτώσεων απάτης
- dol : δόλος
Subscribe
0 Comments