Εφαρμογή του

fréquent στα ελληνικά
fréquent
λέγεται
φρεκάν
.
fréquent
σημαίνει στα ελληνικά
συχνός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- valeurs fréquentes : συχνές τιμές / τακτικές τιμές
- combinaison fréquente d'actions : συχνός συνδυασμός δράσεων
- condamnation fréquente à la peine de mort : συχνή επιβολή της θανατικής ποινής
- parcours urbain comportant des arrêts fréquents : διαδρομή σε αστική περιοχή με συχνές στάσεις
Subscribe
0 Comments