Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

froncer στα ελληνικά
froncer
λέγεται
φρονσέ
.
froncer
σημαίνει στα ελληνικά
σουφρώνω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- frange / fronce : χωρίσματα
- disque à polir froncé : πτυχωτός δίσκος λειάνσεως
Subscribe
0 Comments


