Εφαρμογή του

galant στα ελληνικά
galant
λέγεται
γκαλάν
.
galant
σημαίνει στα ελληνικά
ευγενικός / κύριος / ερωτικός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- galant / planche : λωρίδα μεταξύ αναχωμάτων
- gardon galant : πλατίτσα του Δούναβη
- maladie de Hirschprung / mégacôlon congénital : συγγενές μεγάκολο / νόσος του Hirschprung
Subscribe
0 Comments