Εφαρμογή του

galop στα ελληνικά
galop
λέγεται
γκαλό
.
galop
σημαίνει στα ελληνικά
καλπασμός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- galop : καλπασμός
- galop / mouvement de galop : "καλπασμός" οχήματος
- galop / tangage : διαμήκης δόνηση / κατά μήκος δόνηση
- bruit de galop : καλπαστικός ρυθμός
- rotation de galop : αναπήδηση / σκαμπανέβασμα
Subscribe
0 Comments