Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

généralisation στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
généralisation
λέγεται
ζενεραλιζασιόν
.
généralisation
σημαίνει στα ελληνικά
γενίκευση
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • généralisation : γενίκευση
  • généraliseur / élément de généralisation : γενικευτής
  • généralisation précoce : πρόωρος διασπορά
  • généralisation des NTI : γενίκευση της χρήσης των ΝΤΠ
  • généralisation spontanée : στιγμιαία γενίκευση
  • généralisation automatique : αυτόματη γενίκευση
  • généralisation du recours au vote : γενίκευση της ψηφοφορίας στο Συμβούλιο
  • extension d'une convention collective / généralisation d'une convention collective : επέκταση του πεδίου ισχύος μιας συλλογικής σύμβασης

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments