Εφαρμογή του

genèse στα ελληνικά
genèse
λέγεται
ζενέζ
.
genèse
σημαίνει στα ελληνικά
γένεση
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- génèse : γένεση
- orogenèse / orogénèse : ορογένεση / ορογένεσις
- historique / rappel historique : ιστορικό
- genèse des accidents : τρόπος με τον οποίο προκαλούνται ατυχήματα
- genèse de la glaciation : έναρξη της περιόδου των παγετώνων
- genèse des eaux profondes : δημιουργία βαθέων υδάτων
- genèse des Actes de l'UPU : γένεση των πράξεων της Π.Τ.Ε
Subscribe
0 Comments