Εφαρμογή του

hémiplégie στα ελληνικά
hémiplégie
λέγεται
εμιπλεζί
.
hémiplégie
σημαίνει στα ελληνικά
ημιπληγία
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- hémiplégie : ημιπληγία
- hémiplégie alterne / hémiplégie croisée : επαλλάσσουσα ημιπληγία (Preferred) / χιαστί ημιπληγία
- hémiplégie faciale : ημιπληγία του προσώπου
- hémiplégie flasque : χαλαρά ημιπληγία
- hémiplégie spinale : νωτιαία ημιπληγία
- hémiplégie bulbaire : προμηκική ημιπληγία
- hémiplégie cérébrale : εγκεφαλική ημιπληγία
- hémiplégie hystérique : υστερική ημιπληγία
- hémiplégie collatérale : αγχίαστη ημιπληγία / ομοπλάγια ημιπληγία
Subscribe
0 Comments