Εφαρμογή του

hydroélectrique στα ελληνικά
hydroélectrique
λέγεται
ιντροελεκτρίκ
.
hydroélectrique
σημαίνει στα ελληνικά
υδροηλεκτρικός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- hydroélectricité / énergie hydroélectrique : υδραυλική ενέργεια / υδροηλεκτρική ενέργεια
- centrale hydraulique / centrale hydroélectrique : ΥΗΣ / υδροηλεκτρικός σταθμός
- centrale hydraulique / usine hydroélectrique : υδροηλεκτρικός σταθμός παραγωγής
- bain hydroélectrique / bain hydro-électrique : ηλεκτρικό λουτρό / υδροηλεκτρικόν λουτρόν
- poste hydroélectrique : υδροηλεκτρικό χειριστήριο / υδροηλεκτρικό κέντρο ελέγχου
- centrale hydroélectrique : μονάδα υδροηλεκτρικής ενέργειας / υδροηλεκτρικός σταθμός (παραγωγής ενέργειας)
- potentiel hydroélectrique : υδροηλεκτρικόν δυναμικόν
- centrale hydroélectrique : υδροηλεκτρικός σταθμός
- microcentrale hydraulique / mini-centrale hydraulique : μικροϋδραυλική
Subscribe
0 Comments