Εφαρμογή του

idiotie στα ελληνικά
idiotie
λέγεται
ιντιοσί
.
idiotie
σημαίνει στα ελληνικά
ηλιθιότητα / χαζομάρα
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- idiotie / imbécillité : βλακεία / ιδιωτεία
- idiotie : ιδιωτία / ιδιωτεία
- PCU / phénylcétonurie : φαινυλοκετονουρία
- idiotie épileptique : επιληπτική ιδιωτεία
- idiotie amaurotique familiale : οικογενής αμαυρωτική ιδιωτεία
- idiotie amaurotique familiale juvenile : οικογενής αμαυρωτική ιδιωτεία
- idiotie amaurotique type Dollinger-Bielschowsky : σύνδρομο των Dollinger-Bielschowsky
- idiotie amaurotique familiale du type Spielmeyer-Vogt : οικογενής αμαυρωτική ιδιωτεία
Subscribe
0 Comments