Εφαρμογή του

impulsion στα ελληνικά
impulsion
λέγεται
ενπυλσιόν
.
impulsion
σημαίνει στα ελληνικά
ώθηση
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- impulsion : ώθηση δύναμης
- impulsion : παλμός
- impulsion : ορμή / ποσότητα κίνησης
- impulsion : ώση / ώθηση
- impulsion : ώση / ορμέμφυτο
- impulsion : ώση / παρόρμηση
- impulsion : ώση / διέγερση
- impulsion / promotion : προαγωγή / προτροπή
Subscribe
0 Comments