Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

indépendant στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
indépendant
λέγεται
ενντεπανντάν
.
indépendant
σημαίνει στα ελληνικά
ανεξάρτητος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • indépendant / travailleur indépendant : μη μισθωτός / ανεξάρτητος επαγγελματίας
  • indépendant : ελεύθερος επαγγελματίας / ανεξάρτητος επαγγελματίας
  • indépendant : αυτοαπασχολούμενο άτομο
  • indépendant : ανεξάρτητος
  • Ind. / Indépendant : Ind. / Ανεξάρτητος
  • site propre / site indépendant : οδόστρωμα οχημάτων αυτοτελούς συστήματος / σιδηροδρομική οδός ανεξάρτητου συστήματος
  • le Samoa / l'Etat indépendant du Samoa : Σαμόα / Ανεξάρτητο Κράτος της Σαμόα
  • indépendants / personnes travaillant à leur compte : άτομα εργαζόμενα για λογαριασμό τους
  • comité Ruding / comité des experts indépendants sur la fiscalité des entreprises : επιτροπή διαβουλεύσεων / επιτροπή υπό την προεδρία του κ. Ruding

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments