Εφαρμογή του

infidèle στα ελληνικά
infidèle
λέγεται
ενφιντέλ
.
infidèle
σημαίνει στα ελληνικά
άπιστος / όχι πιστός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- réparation infidèle de l'ADN / réparation mutagène de l'ADN : μη ακριβής αποκατάσταση του DNA / μεταλλαξογόνος αποκατάσταση του DNA
Subscribe
0 Comments