Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

initier στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
initier
λέγεται
ινισιέ
.
initier
σημαίνει στα ελληνικά
μυώ
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • initier : μυώ / εισάγω
  • initié : πρόσωπο που κατέχει εμπιστευτική θέση
  • délit d'initié / opération d'initié : πράξη προσώπου που είναι κάτοχος εμπιστευτικών πληροφοριών
  • opération d'initié / opération irrégulière effectuée par un «initié» : αδίκημα χρησιμοποίησης εμπιστευτικών πληροφοριών
  • délit d'initié / opération d'initiés : αδίκημα μέλους του χρηματιστηρίου / πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες
  • règlement MAR / règlement sur les opérations d'initiés et les manipulations de marché (abus de marché) : MAR / Κανονισμός για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς
  • client "initié" : εγκαινιαστής πελάτης
  • initié aux médias / éduqué aux médias : ο έχων παιδεία για τα μέσα
  • résistance à la déchirure initiée par une aiguille : αντοχή σε απόσχιση που οφείλεται σε βελονιά
  • Convention sur les opérations financières des "initiés" : Σύμβαση για τις χρηματοπιστωτικές πράξεις προσώπων τα οποία είναι κάτοχοι εμπιστευτικών πληροφοριών

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments