Εφαρμογή του

internement στα ελληνικά
internement
λέγεται
εντερνεμάν
.
internement
σημαίνει στα ελληνικά
έγκλειση
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- internement / placement volontaire : είσοδος σε ένα ίδρυμα / εισαγωγή σε ένα ίδρυμα
- internement / hospitalisation : είσοδος ασθενούς εις νοσοκομείον προς νοσηλείαν
- interner : θέτω σε ασφαλιστική κράτηση
- lieu d'internement : τόπος περιορισμού / χώρος περιορισμού
- camp d'internement : στρατόπεδο συγκέντρωσης
- maison d'internement / hôpital psychiatrique : ψυχιατρικό νοσοκομείο
- internement administratif : κράτηση βάσει διοικητικών μέτρων
Subscribe
0 Comments