Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

intervention στα ελληνικά
intervention
λέγεται
εντερβανσιόν
.
intervention
σημαίνει στα ελληνικά
επέμβαση / μεσολάβηση / παρέμβαση
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- intervention : ομιλία / αγόρευση
- intervention : επέμβαση
- intervention : παρέμβαση
- intervention : διαμεσολάβηση / εμπροσθόδοτη μεταφορά
- acte médical / intervention médicale : ιατρική πράξη / ιατρική θεραπευτική αγωγή
- action rapide / réaction rapide : έγκαιρη αντίδραση
- intervention : ομιλία
Subscribe
0 Comments


