Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

irremplaçable στα ελληνικά
irremplaçable
λέγεται
ιρανπλασάμπλ
.
irremplaçable
σημαίνει στα ελληνικά
αναντικατάστατος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
Subscribe
0 Comments
Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με
