Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

isolé στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
isolé
λέγεται
ιζολέ
.
isolé
σημαίνει στα ελληνικά
απομονωμένος / μεμονωμένος / έρημος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • isolé / isotherme : μεμονωμένος
  • isolé : ελεύθερος
  • REGIS / Initiative communautaire concernant les régions ultrapériphériques : REGIS / Κοινοτική πρωτοβουλία που αφορά τις εξόχως απόκεντρες περιφέρειες
  • isoler / extraire : Εξάγω / αποσπώ
  • isoler : απομονώνω
  • isoler / calorifuger : μονώνω
  • isolant / matériau isolant : μονωτικό υλικό
  • OIF / objet isolé en feu : μεμονωμένο καιόμενο αντικείμενο
  • isolant : μονωτικό

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments