Εφαρμογή του

jardinier στα ελληνικά
jardinier
λέγεται
ζαρντινιέ
.
jardinier
σημαίνει στα ελληνικά
κηπουρός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- jardinier : κηπουρός
- jardinière : ζαρντινιέρα
- ruclon / compost : κομπόστ / κομπόστα εδάφους
- onagre / onagre bisannuelle : οινοθήρα
- hylesine du pin / jardinier des bois : βλαστοφάγος της πεύκης
- choix jardinier / qualité horticole : Yαλοπίνακες ποιότητος θερμοκηπίων
- bêche maraîchère / bêche de jardinier : κηπουρικό λισγάρι
- scie de jardinier / scie formant couteau : πριόνι σε σχήμα μαχαιριού
- jardinière de table : ζαρντινιέρα / επιτραπέζιος ανθοστάτης
- jardinier-paysagiste : τεχνιτής κηπουρού και ανθοκόμου
Subscribe
0 Comments