Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

justifier στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
justifier
λέγεται
ζυστιφιέ
.
justifier
σημαίνει στα ελληνικά
δικαιολογώ
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • justifier : ευθυγραμμίζω
  • apparence de / présomption de : αληθοφάνεια προβαλλόμενης αξίωσης (fumus boni juris) / εκ πρώτης όψεως
  • marge justifiée : Στοιχιμένο περιθώριο
  • absence justifiée : δικαιολογημένη απουσία
  • blancs justifiants : διάστημα στοίχισης
  • espace justifiante : μεταβλητό μεσοδιάστημα λέξεων / διάστημα μεταξύ λέξεων για στοίχιση
  • absence injustifiée / absence non autorisée : μη νόμιμη απουσία / αδικαιολόγητη απουσία
  • justifier ses actes : αποδεικνύω την κακοπιστία του δικαιούχου
  • composition justifiée : στοιχημένο θέμα
  • réclamation justifiée : δικαιωμένη απαίτηση / δικαιωμένη διεκδίκηση

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments