Εφαρμογή του

kyste στα ελληνικά
kyste
λέγεται
κιστ
.
kyste
σημαίνει στα ελληνικά
κύστη
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- kyste : κύστις
- kyste / vessie : κύστη
- kyste : κύστη
- KO / kyste ovarien : κύστη ωοθήκης
- pneumokyste / kyste bronchique : πνευματοκήλη / βρογχική κύστη
- angio-kyste : αγγειοκύστη
- kyste aérien : αεροκήλη / πνευματοκήλη
- kyste séreux : υδροκύστη / κύστη που περιέχει υδαρές υγρό
- kyste vaginal : κύστη του κόλπου
Subscribe
0 Comments