Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

lacet στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
lacet
λέγεται
λασέ
.
lacet
σημαίνει στα ελληνικά
κορδόνι
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • lacet / orientation : στροφή του ανεμοκινητήρα προς τη φορά του ανέμου
  • lacet : ταλάντωση περί τον κατακόρυφο άξονα
  • lacet : κορδόνι
  • lacet : φουρκέτα / ανακάμπτων ελιγμός
  • biais / lacet : γωνιακή απόκλιση
  • lacet / mouvement de lacet : παρέκλιση / οφιοειδής κίνηση
  • lacet : στροφική οριζόντια ταλάντωση
  • embarder / faire des lacets : παροιακίζω / κάνω παρατιμονιά(κν.)

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments