Εφαρμογή του

lavabo στα ελληνικά
lavabo
λέγεται
λαβαμπό
.
lavabo
σημαίνει στα ελληνικά
νιπτήρας
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- lavabo : νιπτήρας
- lavabo de désinfection : νιπτήρας απολυμάνσεων
- lavabo pour collectivité : γούρνα / κοινόχρηστος συνεχής νιπτήρας
- évacuation au sol du lavabo : οχετός δαπέδου από λουτρό / σιφώνι δαπέδου χώρου υγιεινής
- cuvette basculante de lavabo : νιπτήρας περιστρεφόμενος για εκκένωση
- éviers et lavabos en acier inoxydable : νεροχύτες και νιπτήρες από ανοξείδωτο χάλυβα
Subscribe
0 Comments