Εφαρμογή του

lavande στα ελληνικά
lavande
λέγεται
λαβάνντ
.
lavande
σημαίνει στα ελληνικά
λεβάντα
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- lavande / lavande vraie : λεβάντα
- lavande : λεβάντα / λαβαντίς
- spic / lavande aspic : πλατύφυλλος λεβαντίς
- positif mauve / positif lavande : ιώδες θετικό / κυανοπράσινο θετικό
- lavande stéchas : λαβαντίς η στοιχάς
- lavande papillon / lavande stéchade : αγριολεβάντα / λαβαντούλα η στοιχάς
- huile de lavande : αιθέριο έλαιο λεβάντας
- essence de lavande : αιθέριον έλαιον λεβάντας
- coupeuse de lavande : κοπτική μηχανή λεβάντας
Subscribe
0 Comments