Εφαρμογή του

libération στα ελληνικά
libération
λέγεται
λιμπερασιόν
.
libération
σημαίνει στα ελληνικά
ελευθέρωση / απελευθέρωση
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- libération : εξόφληση αξίας αγορασθέντων τίτλων
- libération / élimination : ενζυματική αποσύνθεσις
- dégagement / libération : απόλυση
- fin / libération : REL / απόλυση
- unification / uniformisation : ενοποίηση των μέτρων ελευθερώσεως
- Polisario / Front Polisario : Μέτωπο Polisario
- ADF-Nalu / Forces démocratiques alliées – Armée de libération de l’Ouganda : Ενωμένες δημοκρατικές δυνάμεις
- dégazage / libération de gaz : εξαέρωση
- FPLP-CG / Front populaire de libération de la Palestine - Commandement général : Λαϊκό μέτωπο για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης - Γενική Διοίκηση
- BLLF / Front de libération contre le travail forcé : Μέτωπο για την Απελευθέρωση των Καταναγκαστικά Εργαζομένων
Subscribe
0 Comments