Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

litre στα ελληνικά
litre
λέγεται
λιτρ
.
litre
σημαίνει στα ελληνικά
λίτρο
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- l / litre : l / λίτρο
- km/l : km/l
- mg/lit : mg/lit
- l/100 km : l/100 km
- double litre : δίλιτρο
- degré-litre : βαθμοί προς τιμή λίτρου
- porter au litre : συμπλήρωση του όγκου στο λίτρο
- prime par degré d'alcool et par litre de moût : επιδότηση ανά βαθμό οινοπνεύματος και ανά λίτρο γλεύκους
Subscribe
0 Comments


